Σταγόνες Βροχής

 

Image by Hans Braxmeier from Pixabay

Από τον Γιάννη Χαριτάντη
24 Δεκεμβρίου 2020

Η αγιοσύνη χτίζεται πάνω στη
γη, κι αν δεν το αντιληφθείς,
τότε, έχεις κάνει λάθος ταξίδι.


     Πρωινό παραμονής Χριστουγέννων. Μια σταγόνα νερού κρέμεται από την άκρη ενός κεραμιδιού της στέγης μου έτοιμη να πέσει. Σε λίγο χάνεται από τα μάτια μου. Την ακολουθούν αργά-αργά και άλλες σταγόνες, η μια μετά την άλλη. Σιγοψιχαλίζει. Σαν κλεψύδρα η άκρη του κεραμιδιού μετράει το ακόμα ορατό κομμάτι του χρόνου τους, αφήνοντας τις μια-μια με τη σειρά τους, να πέφτουν στη γη, όπου χάνονται. Κάποιες στην πορεία τους προσπαθούν να κλέψουν λίγο ύστερο φως, να προκαλέσουν τα μάτια και να χαράξουν την ψυχή μου. Θέλουν ν' αφήσουν, έστω και αυτό το στιγμιαίο ίχνος τους σαν αυταπάτη ή παρακαταθήκη, αλλά, και σαν πυξίδα για τις σταγόνες που ακολουθούν. Ύστερα χάνονται αθόρυβα στη γη, πάντα στη γη, που τις περιμένει. Χάνονται αθόρυβα σαν άυλες εικόνες στιγμής που δεν υπήρξαν ποτέ. Χάνονται στη γη, πάντα στη γη. Αναρωτιέμαι, πόση θύμηση μπορεί να κρύβεται μέσα σε μια σταγόνα νερού; Πόση ιστορία μπορεί να κουβαλάει μια σταγόνα νερού που αμόλυντη και διάφανη αφήνει την άκρη του κεραμιδιού για να συνεχίσει τη μοναχική πορεία της, απαλλαγμένη από την αίγλη, τα λάθη, αλλά, και τα φορτία παλιάς ματαιοδοξίας. Πολύ άδικο, όμως,
να αφήσουμε αυτήν τη λέξη να χαρακτηρίσει μια ολόκληρη πορεία ζωής.

     Ήμουν δέκα χρόνων. Σαν αετός άνοιξε τις φτερούγες του ο παππούς μου, για να κρυφτώ πίσω στην πλάτη του αποφεύγοντας την τιμωρία της μητέρας μου. Ύστερα ο παππούς έφυγε αθόρυβα στη γη, που τον περίμενε. Άφησε το προσφυγικό κεραμίδι που μας σκέπαζε και χάθηκε από τα μάτια μου σαν μια σταγόνα νερού, σαν να μην υπήρξε ποτέ. Μια χαρακιά στην ψυχή μου, όμως, κανένα σημάδι πάνω στη γη που ξέρει να αντέχει τον πόνο. Αυτό που μου έμεινε από εκείνον είναι μια φωτεινή σταγόνα φορτωμένη με πολλή αγάπη.

     Σταγόνες νερού κρέμονται από την άκρη των κεραμιδιών της στέγης μου χαράσσοντας την ψυχή μου με το πέρασμα τους. Καθώς αδειάζει η κλεψύδρα, ψιχαλίζει στην ψυχή μου κι οι σταγόνες περισσεύουν. Κάθε σταγόνα και μια χαρακιά. Άραγε πόσες μπορώ ν' αντέξω; Γυάλινη διάφανη μαγική σφαίρα η κάθε σταγόνα που κρύβει πολλά, αρκεί να ξέρεις να την διαβάσεις. Συμπυκνωμένη εικόνα που μου θυμίζει πολλά από την εποχή της πρώτης γνωριμίας μας μέχρις εκείνο το σταυροδρόμι όπου χώρισαν οι δρόμοι μας. Σαν ήμουν νέος ποτέ δεν φανταζόμουν πως αυτοί που κάποτε πορευόμασταν μαζί θα άλλαζαν πορεία. Δεν φανταζόμουν ότι άνθρωποι που με ανάστησαν, παιδιά που παίζαμε μαζί, που καθίσαμε μαζί στο ίδιο θρανίο, και όλοι εκείνοι που με προίκισαν με το χαμόγελο και την απλοχεριά τους θα κλείνονταν μέσα στη θύμηση μιας σταγόνας νερού, όμως, πιο πλατιάς και από την αγκαλιά της γης που τους φιλοξένησε.

     Στα δεκαεννέα του χρόνια ο Γιώργος βραβεύτηκε από τη Ρωσική Ακαδημία για τις εξαιρετικές επιδώσεις του στα μαθηματικά. Ύστερα οι Μπολσεβίκοι έστειλαν τον πατέρα του από την Σεβαστούπολη στην Σιβηρία γιατί ήταν Έλληνας. Ο Γιώργος τότε ήθελε να φύγει, να ζήσει στην Ελλάδα. Με τη μητέρα του και τον αδελφό του ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, που όμως, δεν ήταν αυτή η χώρα που κουβαλούσε μέσα του. Τα μαθηματικά δεν τον βοήθησαν καθόλου να ξεπεράσει την πείνα του και η νέα Πατρίδα του ήταν ανήμπορη να τον βοηθήσει. Η φυματίωση του έκοψε το δρόμο. Ποιά μαθηματικά μπορούν, άραγε, να περιγράψουν μια φωτεινή τρισδιάστατη σταγόνα που δεν πρόλαβε να γνωρίσει τον κόσμο; Δεν έχει βρεθεί ακόμα η εξίσωση που περιγράφει την ψυχή, αυτήν που κρύβεται μέσα σε μια αγνή νεανική σταγόνα! Τι κρίμα που κάποιες σταγόνες φεύγουν τόσο νωρίς!

     Πώς να ξεχωρίσεις τη μια σταγόνα από μιαν άλλη έτσι καθώς έχουν παραταχθεί σε μια ατέλειωτη συνεχή ακολουθία; Αι γενεαί πάσαι σε νομοτελειακή συνέπεια. Μοιάζουν απαράλλαχτες κι όμως δεν είναι. Μέχρι να φτάσουν στη γη που τους περιμένει, κάνουν την ίδια πορεία που μετριέται με χρόνια, με μήνες ή με μέρες, όμως, η κάθε μια αφήνει μοναδική χαρακιά στο πέρασμά της. Είναι οι χαρακιές που κάνουν την κάθε γήινη μέρα να είναι διαφορετική από την προηγούμενη και τον καθένα μας πιο ώριμο από τον χθεσινό εαυτό του. Είναι οι χαρακιές που σμιλεύουν την ψυχή. Χαρακιές σαν τις ρυτίδες του προσώπου που όλο και βαθαίνουν για να χωρέσουν την ιστορία μιας ζωής. Γι αυτό μην αναρωτηθείς γιατί οι σταγόνες πέφτουν στη γη. Δεν αντέχουν το βάρος της ιστορίας τους και θέλουν να ξεκουραστούν! Ο άγραφτος χρόνος τους τώρα αρχίζει να μετράει σε έναν άλλον άγνωστο χώρο, εκεί που ελπίζω πως θα συναντηθούμε ξανά. Ελπίζω πως δεν θα χαθούμε!

     Προσπαθώ να ονοματίσω κάθε σταγόνα που περνάει μπροστά απ' τα μάτια μου, όμως χάνομαι σ' αυτήν την προσπάθεια. Πόσο πίσω να στείλω τη μνήμη μου και τι να πρωτοθυμηθώ! Πόνος ψυχής αυτή η διαδρομή και απίστευτο πως μπόρεσα να πορευτώ πάνω σ' αυτήν. Θέλει κουράγιο η ζωή, όμως, η λήθη δεν είναι συνταγή πορείας. Πάνω στις θύμησες και το ανείπωτο πείσμα χτίζουμε την κάθε Ανατολή πριν φτάσουμε στην άκρη του κεραμιδιού που μας περιμένει.

     Ήθελε να χτίσει μια νέα χώρα, έναν άλλον κόσμο. Η αδικία τον πλήγωνε, η εκμετάλλευση των απλών ανθρώπων από τους δυνατούς τον εξόργιζε. Η δύναμη του, όμως, ήταν μόνον η ψυχή του και η παιδεία του. Από τους πρώτους στα σχολεία, αλλά, και στο Πανεπιστήμιο. Ο Λύσανδρος διάλεξε την ιατρική για να βρεθεί πιο κοντά στους συνανθρώπους του. Αριστεία στις σπουδές του, αλλά, και στους κοινωνικούς αγώνες πρώτος, χωρίς ιδιοτέλεια και συμβιβασμούς. Είχε χάσει το μέτρημα από τις φορές που η αστυνομία τον κάλεσε να απολογηθεί για υποκίνηση δήθεν ταραχών στην ταραγμένη δεκαετία του εξήντα. Έγινε καλός γιατρός, όμως, δεν μπόρεσε ποτέ να μετρήσει την αδιαφορία του κοινωνικού συστήματος που σαν οδοστρωτήρας ισοπεδώνει τους αδύναμους. Νωρίς έφτασε στην άκρη του κεραμιδιού χαρίζοντας μας την λάμψη του. Αυτόφωτη σταγόνα νερού σαν μακρινό αστέρι που χάνεται αθόρυβα μέσα στο φως του!

     Είμαι καθηλωμένος στην καρέκλα μου και παρακολουθώ από το παράθυρο τις σταγόνες βροχής που πέφτουν από την άκρη του κεραμιδιού, αδιαφορώντας για την παρουσία μου. Αυτές έκλεισαν τον κύκλο τους. Στον δικό μου κύκλο έχουν μείνει κάποια βήματα ακόμα μέχρι την άκρη του κεραμιδιού. Μένω με την προσμονή πως θα συναντηθούμε ξανά. Αυτός ο περίεργος συνειρμός, ευτυχώς, με βγάζει από τη νοσηρή καθημερινότητα και με προσγειώνει. Έτσι μόνον μπορώ να φανταστώ και τη δική μου σταγόνα. Παρατηρώντας τις σταγόνες που πέφτουν αναρωτιέμαι αν υπήρξαν ποτέ στη ζωή μου ή πρόκειται για πρωινή παραζάλη. Ύστερα κοιτάζω τα σημάδια επάνω μου, στο μυαλό μου, στην ψυχή μου και τότε αναγνωρίζω στο βάθος κάθε σταγόνας τις εικόνες ανθρώπων που είναι γραμμένες οι ίδιες και στη μνήμη μου, σαν στολίδια , ή άλλες, σαν σκουπίδια της ζωής μου.

     Μέσα στη σταγόνα σου, αγαπημένη, μπορώ ακόμα να διακρίνω τα φωτεινά καστανά μάτια σου, όπως τότε που ρούφαγαν αχόρταγα την ομορφιά του κόσμου. Διακρίνω ακόμα κι αυτούς που σ' αγάπησαν, και όσους σε πόθησαν. Διακρίνω τον μικρόκοσμο γύρω σου και τα σημάδια της αγάπης σου επάνω τους. Δεν μπορούσες να κρυφτείς γιατί δεν ήθελες να κρυφτείς. Και ήταν τόσο ωραίο αυτό! Τα γλυκόλογα όμως ήσαν πρόσκαιρα. Στον σταθμό που γνώριζες τα τρένα δεν θα σταματήσουν ξανά γιατί δεν απόμειναν άλλοι αποχαιρετισμοί, ούτε αγκαλιές αγαπημένων. Το ταξίδι σου άρχισε από το τελευταίο αντίο. Έτσι γίνεται πάντοτε. Καλό ταξίδι, αγαπημένη!

     Σταγόνες νερού κρέμονται από την άκρη των κεραμιδιών της στέγης μου χαράσσοντας την ψυχή μου με το πέρασμα τους. Σταγόνες νερού, διάφανες και εξαγνισμένες γιατί δοκιμάστηκαν σκληρά πάνω στο αμόνι της ζωής. Σκληρές στιγμές δοκιμασίας, όπου ο πόνος εναλλάσσεται με τη χαρά για να δυναμώσει το πείσμα για ζωή. Πολλές οι κακοτοπιές που πρέπει να ξεπεραστούν στον αγώνα για επιβίωση. Πολλή φωτιά για ν' ατσαλώσει ο σίδηρος. Στόχος, να μείνει η ψυχή αλώβητη σ' αυτήν τη διαδρομή πάνω στη γη. Η αγιοσύνη χτίζεται πάνω στη γη, κι αν δεν το αντιληφθείς, τότε, έχεις κάνει λάθος ταξίδι.

     Κοντεύει μεσημέρι κι η ψιχάλα σταμάτησε. Μια ξεχασμένη απ' το χρόνο σταγόνα νερού κρέμεται από την άκρη του κεραμιδιού της στέγης μου αρνούμενη να το αφήσει. Πόσο μου μοιάζει! Με πείσμα προσπαθεί να κρατηθεί λίγο ακόμα στη ζωή. Περιμένει να δει το ΦΩΣ που γεννιέται απόψε. Περιμένει και ελπίζει. Περιμένει την ΕΛΠΙΔΑ που δεν χάνεται ποτέ!

     Τί θαύμα που είναι να ζεις!                                                                   

                                  


Ο Γιάννης Χαριτάντης, Πόντιος στη καταγωγή, μεγάλωσε στη Δράμα. Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και κατόπιν ειδικεύτηκε στην Ηλεκτρονική. Για πολλά χρόνια υπηρέτησε ως καθηγητής Ηλεκτρονικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Το πρώτο του λογοτεχνικό βιβλίο με τίτλο Οδός Ευξείνου Πόντου δημοσιεύτηκε το 2008. Στο βιβλίο αυτό αναδεικνύει τις αρετές, τον τρόπο ζωής και τον πολιτισμικό πλούτο των προσφύγων Ποντίων, μέσα από μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση. Το 2014 ακολούθησε η σειρά διηγημάτων του με τίτλο Στα μονοπάτια του νου και του κόσμου, όπου παρουσιάζονται εικόνες και προβληματισμοί της καθημερινής ζωής, όπως αυτές σχηματοποιούνται μέσα από τις διαδρομές της σκέψης, για να γίνουν, τελικώς, εικόνες του νου. Δείτε το υπόλοιπα βιβλία του.

 

 

Related Articles

Ο γλάρος και η πέτρα

The Seagull and the Stone