Dictionary - Δ-δ

Δ - δ

 

Pn/Rm(Gr) Gr Pn/Rm(En) En Tr
Δαβρίν  Μπαστούνι (χοντρό ξύλο) Thavrin  Walking Stick (or thick piece of wood)  Baston 
Δάκω Δαγκώνω  Thako Bite  
Δάξιμο Δαγκωματιά  Thaksimo A bite  
Δε(α)βαίν Περνάει The(a)ven I pass  Geçiyorum
Δέβα Πήγαινε Theva Go Git
Δέβα χαθ' Χαθείτε από εδώ Theva khath Get lost Kaybol
Δείκω Δείχνω Thiko I Show  
Δεικνίζω ή Δειξίζω Δείχνω Thiknizo or Theksizo I am showing Gösteriyorum
Δελιάουμαι Μπερδεύομαι Deliaoumeh I get mixed up/tangled  
Δελιαστήρα/η Ιστός αράχνης Deliastira/i Spider's Web Örümcek ağı
Δεμέσια Φύλλα απο ζιμάρι Themesia Food comprising layers of dough and various vegetables in between  
Δεν ή Τηδέν  Τίποτα Tithen Nothing Hiçbir şey
Δεξάμενος Νονός Theksamenos Godfather  Vaftiz Babasi
Δέσκαλος Δάσκαλος Theskalos Male Teacher  
Διαβαίν Περνάει Τhiaven Passes by Geçmek
Διαβαίνω Περνάω Thiaveno I pass through (time/place) Geçmek
Δίγω Δίνω Thigo I Give Ben veriyorum
Διπλάζω Διπλασιάζομαι Thiplazo I am doubled  
Δίψυχος Έγκυος Thipsichos Pregnant  
Δουλία Δουλειά Thoulia Job  
Δουρβάν (ή Ξυλάγκ) Με αυτό έκαναν το βούτυρο Thourvan Utensil used to make butter